Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Μικρός απολογισμός

Πέρασε μισός χρόνος από τότε που η καλή συνάδερφος Μαρία Πατσιά "έριξε" την ιδέα να αξιοποιήσουμε στα πλαίσια των Ερευνητικών Εργασιών της Α Λυκείου το τελευταίο μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου "Τα παιδιά του Σπάρτακου". Βασικό πλεονέκτημα: η σχέση του έργου με τον τόπο μας.
Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία και συγκροτήθηκε η ερευνητική ομάδα. Ενημέρωση των μαθητριών/-τών για το θέμα, διευκρινήσεις, αντιρρήσεις, οργάνωση των ομάδων και ανάθεση εργασιών. Φιλόξενος και ταιριαστός χώρος η βιβλιοθήκη του σχολείου μας.
Η δουλειά ξεκίνησε... Άρχισαν να έρχονται οι πρώτες εργασίες των παιδιών. Παρατηρήσεις, βελτιώσεις και η ώρα της δημοσίευσης στο ιστολόγιο αυτό.
Σιγά-σιγά μέσα από τις εργασίες των παιδιών και το λογοτεχνικό λόγο της Σωτηρίου άρχισε να διαμορφώνεται μια άλλη εικόνα για το Σουφλί μας, αυτή των πρώτων δεκαετιών του περασμένου αιώνα. Ανάπτυξη πληθυσμιακή, οικονομική, πολιτιστική. Περιπέτειες εθνικές και πολεμικές. Αγώνες για δικαιότερη κοινωνία. Πλάι σ' αυτά η καθημερινότητα με τις χαρές και τις πίκρες της. Μέσα από τις ζωές των ηρώων του αφηγήματος, που συνομιλούσαν ανέλπιστα με μας...
Η εργασία μας έφτασε στο τέλος της. Είναι όμως έτσι; Μου φαίνεται ότι υπάρχουν πολλές ακόμα σκιές της τοπικής ιστορίας που περιμένουν κάποιους τολμηρούς νεαρούς "σπαρτακιστές" να αναλάβουν τον καλό αγώνα της γνώσης. Καλή αντάμωση λοιπόν...
Μπέντης Χρήστος  
(φιλόλογος, διαχειριστής του ιστολογίου)

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Πώς θα θέλατε να τελειώνει το μυθιστόρημα;

Στο τέλος της εργασίας μας, εκτός από την γνώμη τους για το μυθιστόρημα που διαβάσαμε (δες προηγούμενες αναρτήσεις), ζητήσαμε από τις μαθήτριες και τους μαθητές μας να σκεφτούν ένα δικό τους - διαφορετικό - τέλος για το έργο. Να γίνουν κατά κάποιο τρόπο "συγγραφείς"...

Αν είχα την ευκαιρία να δώσω ένα δικό μου τέλος στο βιβλίο "Τα παιδιά του Σπάρτακου", θα ήθελα να μην είχαν συλλάβει τον Νεόφυτο και την Δεσπούλα και να μην είχαν οδηγηθεί σε δίκη. αλλά να φυγαδεύονταν στο εξωτερικό και, αφού περνούσαν λίγα χρόνια και ηρεμούσαν τα πράγματα στην Ελλάδα, να επέστρεφαν. Θα παντρεύονταν και θα έκαναν οικογένεια ξεχνώντας τα όσα είχαν περάσει και θα συνέχιζαν τη ζωή τους και τη δραστηριότητά τους μέχρι τα γεράματα.
Μπουγατζέλη Δήμητρα

Το τέλος του μυθιστορήματος έπρεπε να βρει τον Νεόφυτο και πάλι στο Σουφλί. Να περιπλανιέται στους δρόμους όπου μεγάλωσε και στα μέρη όπου για πρώτη φορά διάβασε γαι τον Σπάρτακο. Και εκεί, γέρος πια, να διηγείται τα παθήματά του στα εγγόνια και τα δισέγγονά του...
Αραμπατζής Σταύρος

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Πώς σας φάνηκε το μυθιστόρημα; (2)

"Το μυθιστόρημα "Τα παιδιά του Σπάρτακου" το περίμενα λίγο διαφορετικό. Πίστευα ότι θα είχε πιο πολλές αναφορές στο Σουφλί. Η Διδώ Σωτηρίου έγραψε κάποιες σημειώσεις για το έργο και αργότερα κάποιοι το έκριναν ενδιαφέρον να εκδοθεί. Το έργο είναι ημιτελές και μας αφήνει πολλά ερωτηματικά, γιατί δεν μας φανερώνει ποια κατάληξη είχαν τα πρόσωπα της ιστορίας. Αυτό συμβαίνει όμως γιατί το βιβλίο δεν είναι παρά κάποιες σημειώσεις που κρατούσε η Διδώ Σωτηρίου και γι' αυτό δεν έχει ολοκληρωμένη πλοκή. Απλά κάνει μια αναφορά στα γεγονότα.

Μπουγατζέλη Δήμητρα

Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Πώς σας φάνηκε το μυθιστόρημα; (1)

Στο τέλος της εργασίας μας ζητήσαμε από τις μαθήτριες και τους μαθητές της ομάδας μας να μας γράψουν τη γνώμη τους για το μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου  "Τα παιδιά του Σπάρτακου". Ιδού κάποιες "βιβλιοκριτικές":

Δύο είναι οι λόγοι για τους οποίους το βιβλίο αυτό ξεχωρίζει. Ο πρώτος ότι είναι ένα από τα ελάχιστα λογοτεχνήματα που αναφέρονται στον τόπο μας. Ο δεύτερος (και σημαντικότερος) η μεστότητά του σε μηνύματα και διδαχές για τον αναγνώστη. Η ταύτιση με τα πρόσωπα δίνει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουμε πως πράγματα τα οποία σήμερα θεωρούνται δεδομένα ήταν απρόσιτα σε ανθρώπους άλλων εποχών. Η φρίκη που εξαπολύει ο πόλεμος, η εξαθλίωση που επιφέρει ο λιμός και η φίμωση των πολιτικών απόψεων είναι διαφωτιστικά παραδείγματα.
   Η ουσία του βιβλίου συμπυκνώνεται στην απολογία της Βασιλιώς "προτιμότερος ο θάνατος"... Τα λόγια αυτά σκιαγραφούν την σταθερότητα στις απόψεις, την εντιμότητα και ένα τεράστιο ψυχικό σθένος. Η προσήλωση στις ιδεολογίες σπανίζει στις μέρες μας, καθώς οι πολιτικοί "κόθορνοι" δεσπόζουν στο πολιτικό σκηνικό.
   Στο βιβλίο αυτό αναδεικνύεται, τέλος, η αξία του αγώνα. Μόνο αν ο άνθρωπος καταβάλλει αγώνες συνειδητοποιεί την αξία των κεκτημένων του. Επιπλέον ο καθένας μας είναι επιφορτισμένος με ένα ιερό καθήκον: να αγωνίζεται πρώτα για τις επόμενες γενιές και μετά για τον εαυτό του. Και είναι η εκπλήρωση αυτού του χρέους που καθησυχάζει τη Βασιλιώ στο τέλος του διηγήματος.

Αραμπατζής Σταύρος

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

Ένας αλλιώτικος περίπατος στην πόλη μας (3)

Στις 6 Απρίλη η ομάδα μας βγήκε για μια βόλτα στην πόλη . Έχοντας διαβάσει, μάθει, συζητήσει, άλλη είναι η ματιά μας σε μέρη που καθημερινά αδιάφορα ίσως προσπερνούμε. Στόχος να δούμε και να φωτογραφήσουμε σημεία της πόλης – αν και όσα μπορούμε να εντοπίσουμε – που αναφέρονται στο μυθιστόρημα της Δ. Σωτηρίου. Η εποπτεία του χώρου «δένει» στο μυαλό μας όσα συζητήσαμε.

Το καμπαναριό του Αϊ Γιώργη
  Επόμενη στάση ο Άη Γιώργης. Το περίφημο ξυλόγλυπτο τέμπλο του είναι διάσημο σ’ όλη την Ελλάδα. «Ήρθαν μαστόροι από μέσα για το καμπαναριό» αναφέρεται στο βιβλίο. Στο ξεκίνημα του περιπάτου μας έκπληκτοι είδαμε την καινούρια εκκλησίτσα στο δρόμο με τις δημόσιες υπηρεσίες. Έκπληκτοι, γιατί πριν από τρεις μέρες δεν ήταν εκεί! Ένα κτίσμα προκάτ κι η εκκλησιά, όπως και τα καινούρια μας σχολεία που έγιναν πριν μερικά χρόνια (το 4ο νηπιαγωγείο, το 1ο δημοτικό) παίρνουν τη θέση τους στο χώρο μέσα σε λίγες μέρες. Πόσα χρόνια άραγε χρειάστηκαν για να κτιστεί ο Άη Γιώργης, το σημερινό 2ο δημοτικό σχολείο, το παλιό 1ο δημοτικό (σήμερα στεγάζει τη φιλαρμονική) ή το παλιό Γυμνάσιο; Δεν είναι μόνο το ότι η τεχνολογία επιτρέπει εξελισσόμενη να γίνονται πιο γρήγορα οι δουλειές μας, είναι που αλλάζει τελείως και η αισθητική των κτηρίων αλλά και η σχέση της κοινότητας με αυτά. Νομίζω πως άσχετα με το πόσο έντονο ήταν το θρησκευτικό συναίσθημα του κόσμου, η εκκλησία ήταν ένας πόλος, ένα χαρακτηριστικό «σημείο» για την κοινότητα, γι αυτό και δεν φείδονταν χρόνου, κόπου και χρήματος για να την φτιάξουν, γι’ αυτό οι μαστόροι που ήταν ειδικοί έπρεπε να έρθουν για το καμπαναριό, οι ειδικοί για το τέμπλο… Δεν γινόμαστε εραστές του παρελθόντος, αλλά…. Τέλος πάντων ο  Άη Γιώργης στέκει όπως σχεδόν ήταν παλιά, γλύτωσε από τον εκσυγχρονισμό με απώλεια μόνο τα βιτρό παράθυρά του που αντικαταστάθηκαν από «κόπλαμ», τα ταβάνια του νάρθηκα που έγιναν πλαστικά, και τα πεύκα και τις μουριές της αυλής του που κόπηκαν.
Το παλιό 1ο δημοτικό σχολείο
  Περνάμε από το παλιό 1ο δημοτικό σχολείο – υπέροχο κτίσμα - , από παλιά «κουκουλόσπιτα» και κατεβαίνουμε στον κεντρικό δρόμο της πόλης, όπου βέβαια σταματάμε για λίγο κάτω από την Πνύκα. Δύσκολα την προσέχει κανείς, καθώς το μισό της σκάλας της υπάρχει σε μόνιμη βάση και το υπόλοιπο προστίθεται μόνο στις εκλογές, η επιγραφή «τις αγορεύειν βούλεται» κρύβεται πίσω από τα κλαδιά μιας μουριάς και το μάτι τραβάει η ποικιλία χρωμάτων στη βιτρίνα του καταστήματος μεταξωτών που βρίσκεται ακριβώς από κάτω.
  Επιστρέφουμε στο σχολείο μας περνώντας κάτω από τη σκουριασμένη σειρήνα που έχει σωπάσει χρόνια τώρα και που -αν θέλετε το πιστεύετε- ελάχιστοι την είχαμε προσέξει ή ξέραμε τι ήταν αυτός ο σκουριασμένος σιδερένιος σκελετός πάνω από τα κεφάλια μας.
  Εδώ τελειώνει η βόλτα μας στον τόπο και το χρόνο. Πλούσιο το έντυπο υλικό που φέραμε στο σχολείο από το εργοστάσιο Τζίβρε και το αρχοντικό Μπρίκα, ακόμα πιο πλούσιες οι εικόνες μέσα μας, τα συναισθήματα, οι γνώσεις. Όποιος δεν γνωρίζει την ιστορία του, τις ρίζες του, δεν μπορεί ν’ απλώσει κλαριά, ν’ ανθίσει, να καρπίσει. Και ιστορία δεν είναι τα κείμενα που παπαγαλίζουμε από το σχολικό εγχειρίδιο για να περάσουμε το μάθημα στις εξετάσεις, δεν είναι μόνο η γενική ιστορία της χώρας μας, αλλά και τούτα τα ψήγματα ιστορίας του τόπου που γεννηθήκαμε. Αν με τούτη την ερευνητική εργασία καταφέραμε οι μαθητές μας να δουν έστω κι ένα μέρος από τις ρίζες τους, κάτι έγινε. Ας ανθίσουν τούτα τα παιδιά και ας είναι να βρεθούν σ’ άλλους  τόπους.
 Πατσιά Μαρία (φυσικός)

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Ένας αλλιώτικος περίπατος στην πόλη μας (2)

Στις 6 Απρίλη η ομάδα μας βγήκε για μια βόλτα στην πόλη . Έχοντας διαβάσει, μάθει, συζητήσει, άλλη είναι η ματιά μας σε μέρη που καθημερινά αδιάφορα ίσως προσπερνούμε. Στόχος να δούμε και να φωτογραφήσουμε σημεία της πόλης – αν και όσα μπορούμε να εντοπίσουμε – που αναφέρονται στο μυθιστόρημα της Δ. Σωτηρίου. Η εποπτεία του χώρου «δένει» στο μυαλό μας όσα συζητήσαμε.


"Κουλουροποιείον"
   Στη διαδρομή μας προς το αρχοντικό της οικογένειας Μπρίκα, μουσείο μετάξης σήμερα, κοντοστεκόμαστε σε παλιά σπίτια, σχολιάζουμε την αρχιτεκτονική τους σε σχέση με τη λειτουργικότητα του κτίσματος, εντοπίζουμε στα πιο πλούσια το χαρακτηριστικό πλαίσιο όπου χαράζονταν η ημερομηνία οικοδόμησης του σπιτιού, δοκιμάζουμε το νερό απ’ το αρτεσιανό πηγάδι που τρέχει ακόμα, φωτογραφίζουμε τους στάβλους του δήμου, όπου έμεναν τα άλογα που έσερναν τα κάρα για τα σκουπίδια (νέα σχετικά επινόηση αυτή, αφού παλιά τα νοικοκυριά σοφά διαχειριζόμενα τα απορρίμματα τους δεν είχαν σκουπίδια για πέταμα …). Κοντοστεκόμαστε στον εγκαταλελειμμένο φούρνο του θείου Δημητρού που έφτιαχνε χαρακτηριστικές «βραχιονούδες» και τις πουλούσε στην πιτσιρικαρία του 2ου δημοτικού σχολείου που είναι ακριβώς απέναντι. Ξαναθυμόμαστε όσα μάθαμε για το συγκεκριμένο σχολείο. Περνάμε από το «καβάκι» (=λεύκα) που οφείλει το όνομα του στις λεύκες που φύτρωναν για χρόνια δίπλα στη βρύση με το τρεχούμενο νερό. Η βρύση τρέχει ακόμα, οι λεύκες κόπηκαν κάποτε και δεν αντικαταστάθηκαν, ενώ οι πέτρινες σκάφες για τη μπουγάδα που έβαζαν οι νοικοκυρές της γειτονιάς υπάρχουν ακόμα ελαφρώς τσιμεντωμένες στη βάση τους από τότε που έγινε η τελευταία «ανάπλαση» της πλατείας.
Το αρχοντικό της οικογένειας Μπρίκα
  Στο αρχοντικό Μπρίκα μας περιμένει η κ. Σταυρούλα Γκούδλη, που μας μιλά για την ιστορία του κτίσματος και μας αφήνει να ταξιδέψουμε στο παρελθόν μέσα από το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που εκτίθεται στις αίθουσες του μουσείου. Έντονα τα σχόλια, πολλές οι απορίες, η συζήτηση ανάβει.
Η πλατεία "μεσοχωρίου"
  Περνάμε το «μεσοχώρι», την πλατεία στο μέσον της πόλης και η οποία τη χώριζε σε δυο μαχαλάδες, την «καρκατσιλιά» - ο πάνω μαχαλάς – και την «καμπιά» - ο κάτω μαχαλάς. Απογυμνωμένη κι αυτή σχεδόν από τα τεράστια δέντρα που είχε παλιότερα. Στη μια της άκρη το μπαρμπέρικο του μπαρμπα- Βαγγέλη διατηρείται όπως ήταν όταν λειτουργούσε... 

Πατσιά Μαρία

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Ένας αλλιώτικος περίπατος στην πόλη μας (1)

Στις 6 Απρίλη η ομάδα μας βγήκε για μια βόλτα στην πόλη . Έχοντας διαβάσει, μάθει, συζητήσει, άλλη είναι η ματιά μας σε μέρη που καθημερινά αδιάφορα ίσως προσπερνούμε. Στόχος να δούμε και να φωτογραφήσουμε σημεία της πόλης – αν και όσα μπορούμε να εντοπίσουμε – που αναφέρονται στο μυθιστόρημα της Δ. Σωτηρίου. Η εποπτεία του χώρου «δένει» στο μυαλό μας όσα συζητήσαμε.


Πρώτος σταθμός-τι άλλο;- το εργοστάσιο των αδελφών Τζίβρε. Εγκαταλελειμμένο για πολλά χρόνια, ευτυχώς πριν μία δεκαπενταετία πέρασε στα χέρια του Δήμου και σε πρώτη φάση αλλάχτηκαν στέγες και κουφώματα για να μην φθαρεί περισσότερο. Ξεναγός μας εκεί ο κ. Γουρίδης, μας εξήγησε ποιες εργασίες γίνονταν σε κάθε κτήριο και μας είπε λίγα λόγια για την ιστορία του συγκροτήματος, γενικότερα για το μετάξι αλλά και για την αρχιτεκτονική που διαμορφώνεται στην περιοχή λόγω της σηροτροφίας. 

Περπατήσαμε μέσα στα κτήρια, αγγίξαμε τις σκουριασμένες μηχανές, προσπαθήσαμε να φανταστούμε το χώρο γεμάτο ζωή. Με τους θορύβους, τους ατμούς, τα χρώματα. Ένα ξεχασμένο τσοκαράκι (γκαλέτσι) έμενε ανέγγιχτο κάτω από μια μηχανή, τα σκαμνάκια (για να φτάνουν οι ανήλικες εργάτριες να κάνουν τη δουλειά τους) ήταν στη θέση τους ακόμα τα περισσότερα, μπροστά στις λεκανίτσες για το ζεστό και το κρύο νερό με τις σκουριαμένες βούρτσες μέσα τους… Θαρρούσες θα δεις τη μικρή Βασιλιώ να κρύβει βιαστικά την κουκλίτσα/μελιτζανούλα της... Απαράδεκτες οι συνθήκες δουλειάς, βάρβαρες.

Κοιτώ τα παιδιά να ψηλαφούν το παρελθόν, να ρωτούν, να απορούν και με κυριεύει η θλίψη. Από τη μια ο έρημος πια τούτος χώρος, που είχε ωστόσο την τύχη να μπει σε ένα πρόγραμμα διάσωσης. Στην άλλη μεριά της πόλης δυο ακόμα εργοστάσια έχουν παραδοθεί στη φύση που κοντεύει να ολοκληρώσει τη φθορά, να εξαφανίσει κάθε ίχνος ανθρώπινης δραστηριότητας. Αυτό όμως που με κάνει να μελαγχολώ είναι η γνώση πως τούτα τα παιδιά σε 2-3 χρόνια θα φύγουν για σπουδές ή για δουλειά και ελάχιστα θα επιστρέψουν στον τόπο τους. Αυτή η πόλη που έσφυζε από ζωή, με τα εργοστάσια της, τα εργαστήρια της, τους αγρότες της, γερνά και δεν μπορεί πια να κρατήσει τα παιδιά της. Γεμίζει μουσεία και αδειάζει από ζωή…..

Πατσιά Μαρία

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Πνύκα Σουφλίου

Στην κεντρική πλατεία του Σουφλίου σε έναν εξώστη δεξιά υπάρχει η επιγραφή "ΠΝΥΞ ΣΟΥΦΛΙΟΥ 1930 ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΥΕΙΝ ΒΟΥΛΕΤΑΙ". Σε αυτό τον χώρο, που αναβιώνει μνήμες της αρχαίας δημοκρατίας, αγόρευσαν μεγάλες προσωπικότητες της σύγρονης ελληνικής ιστορίας, όπως ο Ε. Βενιζέλος, ο Ν. Πλαστήρας, ο Γ. Παπανδρέου κ.ά. Αλλά και απλοί πολίτες ανέβηκαν στο βήμα αυτό για να εκφραστούν ελεύθερα (όπως συνέβη τις μέρες της απεργίας του 1936 - δες εδώ).
Ο δήμαρχος Σουφλίου Καλπάκας μιλάει στην Πνύκα το 1938
 

Το χαρέτσι

     Την εποχή της ακμής του, το Σουφλί αποτέλεσε εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο που έδινε ζωή σ' όλη τη γύρω περιοχή. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι κάθε νοικοκυριό, κάθε σπίτι, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, ήταν και χώρος εκτροφής κουκουλιών. Εδώ σηροτρόφοι από τη γύρω περιοχή, έφερναν με τα αμάξια τους σακιά με νωπούς μεταξοβόμβυκες (κουκούλια) στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο για την αγοραπωλησία, το «ΧΑΡΕΤΣΙ». Ήταν κτισμένο το έτος 1894 από την οικογένεια του Αποστόλη Μπρίκα, που ασχολήθηκε επί σειρά ετών με την παραγωγή και εμπορία κουκουλιών.
Στο Χαρέτσι Σουφλίου το 1930
     Επί δύο εβδομάδες γινόταν η δημοπρασία για τα κουκούλια των σηροτρόφων. Η διαδικασία πώλησης τελείωνε όταν ο «τελάλης» φώναζε: «ένα-δύο-ΧΑΑΡΕΤΣ» (= στην αραβική σημαίνει το τελείωμα μίας εμπορικής συναλλαγής). Μέρος της παραγωγής έμενε στο Σουφλί, όπου τα εργοστάσια παρήγαγαν νήμα για τις ανάγκες τις δικές τους και των κατοίκων της περιοχής.
    Σήμερα ο χώρος λειτουργεί ως καφετέρια.

Πηγές: ιστοσελίδα Μεταξωτών Κάλφα, τιμοκατάλογος της καφετέριας «Χαρέτσι».

Επιμέλεια: Τσακαλδήμη Ελένη

Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Δεν πήγαν χαμένοι οι αγώνες μας...


Η Βασιλιώ, η μικρότερη από τις αδερφές του Νεόφυτου, ενήλικη πια κάνει έναν απολογισμό της δύσκολης νιότης που πέρασε. Από μικρή εργάτρια στο μεταξουργείο μέσα σε άθλιες συνθήκες εργασίας (δες εδώ), μετά ο πόλεμος με τους ξένους και μεταξύ μας, κατόπιν οι διώξεις για τις ιδέες της... 



      Όλα αυτά πρέπει πως, κρυμμένα στα κατάβαθα της ψυχής μου, δουλεύανε. Κι όταν βρέθηκα μπροστά στους ξένους στρατοδίκες της Κατοχής κι αργότερα στους ντόπιους, που μου ζήτησαν ν΄ αρνηθώ τις ιδέες μου, αν ήθελα να ζήσω, εγώ απάντησα: "Προτιμότερος ο θάνατος".
     Ώρες ώρες, καθώς δουλεύω στο υφαντουργείο, σκέφτομαι τα σημερινά κορίτσια, που έχουνε αληθινές κουκλίτσες, που έχουν προσφάι και καθαρό ρούχο και που πολλά τα στέλνουν οι γονέοι τους στα σκολεία κι όχι στις φάμπρικες και που κανένας Χακίμης δεν τολμά να τα ζεματίσει, και λέω σπολάτη. Δεν πήγαν χαμένοι οι αγώνες μας.
"Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 261

Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Η μεγάλη απεργία του ΄36 (2)


Από την απεργία του 1936: απεργοί αγορεύουν στην Πνύκα Σουφλίου
    Ιούλης του 1936. Τότε που ανοίγει το χαρέτσι για την αγορά των κουκουλιών. Ξεκινά η μεγάλη απεργία των σηροτρόφων και των μεταξεργατριών στην περιοχή του Σουφλίου. Κρατά περίπου 10 μέρες. Ξεσηκώνεται όλη η επαρχία. Οικογένειες ολόκληρες έρχονται στο Σουφλί. Κατασκηνώνουν» στην κεντρική πλατεία. Μέρα–νύχτα η πλατεία γεμάτη. Το σύνθημα: «100 ή θάνατος» (100 δραχμές η τιμή αγοράς ανά κιλό των κουκουλιών). Έντονη η αγωνιστική διάθεση και η Πνύκα πάνω από τα κεφάλια τους ανοιχτό βήμα για όλους. «Τις αγορεύειν βούλεται». Κι η αθηναϊκή δημοκρατία αναβιώνει στο χωριό μας 2500 χρόνια μετά. Παίρνει το λόγο όποιος νομίζει πως έχει κάτι να πει. Μορφωμένος ή αμόρφωτος, άντρας ή γυναίκα (ναι, σε τούτο τον ξεσηκωμό οι γυναίκες ισότιμα αντιμετωπίστηκαν αλλά και ισάξια αγωνίστηκαν). Ο λόγος όχι μόνο στους «ειδήμονες». Ατμόσφαιρα αγώνα και γιορτής συνάμα.
    Μέρες που άφησαν το σημάδι τους στην τοπική ιστορία, αλλά και στην ιστορία γενικά της Ελλάδας.
    Το κέρδος; Η τιμή του κουκουλιού ανεβαίνει από τις 45 στις 75 δραχμές. Νίκη. Το κόστος; Οι πρωτεργάτες το πλήρωσαν με φυλακές και εξορίες επί Μεταξά αλλά και μετακατοχικά. Η Βασιλιώ της ιστορίας μας ήταν από αυτούς που «πλήρωσαν».  

 Μια προσπάθεια μεταφοράς του κλίματος εκείνων των ημερών όπως μου τις αφηγήθηκαν οι παλιότεροι, μεταξύ αυτών και ο κ. Στεφάνου.
Πατσιά Μαρία

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Η μεγάλη απεργία του '36 (1)

1936. Νέα απεργία με μεγάλη επιτυχία. Ιούνιο. Βάσταξε 10 μέρες.
Οι σηροτρόφοι και οι εργάτες γης μαζί με γυναίκες δέκα μέρες συλλαλητήρια. Όλοι στο δρόμο. Έκαναν τσαντίρια με ψάθες. Η Εργατική Βοήθεια μοίραζε ψωμιά, κουλούρια και 50 δράμια τυρί. Υπήρχαν και πλούσιοι άνθρωποι που τα διέθεσαν όλα...
Το πρωί στις 5 χτύπησαν οι καμπάνες. Ο εργοδότης άναψε μηχανή, 10 απεργοσπάστριες. Τις χτύπησε ο λαός. Ο αδερφός ανεβαίνει στο καμπαναριό που είχε ρολόι (εκκλ. Αγ Γεώργιος), με ένα σφυρί και με άλλους νέους. Τους είχαν πάρει σκοινί. Τα μικρά τσίλιες. Έρχεται η Αστυνομία.
"Νεόφυτε, Κώστο, έρχονται!"
Πηδάει. Πιάνουν τη μικρή, ξύλο με βούρδουλα.
Οι εργάτριες μέσα στην εκκλησία μάχη. Όλοι μαζί κατέλαβαν Δημαρχία, Αστυνομία για 5 μέρες. Οι χωροφύλακες κλειδωμένοι. Τηλεφωνούν να 'ρθει τάγμα.
Ο λαός πήρε είδηση. Οι γριές με λουλούδια ξαπλώνονται σε σιδηροδρομική γραμμή.
"Αδέρφια μας, μη μας χτυπάτε, είστε παιδιά μας. Ποιον θα χτυπήστε;" Ο στρατός αρνείται.
Σηροτρόφοι: "100 δρχ. το κουκούλι ή θάνατος".
Οι εργάτριες: "Μεροκάματο αύξηση, νερό και καλύτερες συνθήκες".
Μαύρα τσεμπέρια έγιναν σημαίες. Οι γριές πρώτες. Οι αξιωματικοί τα ΄χασαν.

από τις αφηγήσεις γυναικών του Σουφλίου που κατέγραψε η Διδώ Σωτηρίου σ. 278

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Η απεργία του '33

    1933. Νέα απεργία. Ήταν 12ωρο. έγινε χειμώνα: κακή εκλογή. Βάσταξε μια βδομάδα, μόνο 10% απεργοσπάστες. Έσπασε. Κοπέλες ήρθαν σε σύγκρουση με Αστυνομία. Οι γυναίκες έριχναν τούβλα και πετούσαν απ' τα άλογα κάτω αστυνόμους. Δικάστηκαν 15 σε πεντάμηνη φυλάκιση.
από τις αφηγήσεις γυναικών του Σουφλίου που κατέγραψε η Διδώ Σωτηρίου σ. 277

     Στις 22/02/1933 κηρύσσεται από το σωματείο μεταξεργατριών απεργία με αιτήματα την αύξηση των ημερομισθίων, την παροχή καθαρού πόσιμου νερού και την εφαρμογή του οκταώρου (πρόκειται μάλλον για την πρώτη απεργία γυναικών στην Ελλάδα!). Η απεργία, στην οποία συμμετείχαν 108 εργάτριες, κράτησε τέσσερις ημέρες και έληξε χωρίς να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Με τη λήξη της απεργίας πολλές από τις πρωτεργάτριες της απεργίας απολύθηκαν.

Πηγή: "Η γυναίκα μεταξεργάτρια χθες και σήμερα"

Επιμέλεια: Μανιάκας Δημήτρης, Πανταζής Θανάσης

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012

Η απεργία

Οι πολύ σκληρές συνθήκες εργασίες στα μεταξουργεία, τα ισχνά μεροκάματα, οι χαμηλές τιμές στην αγορά των κουκουλιών οδήγησαν τους σηροτρόφους και μεταξεργάτες του Σουφλίου στην κήρυξη απεργιών (1925, 1933, 1936).
Ο απόηχος από τα γεγονότα καταγράφεται μέσα στις σελίδες "Των παιδιών του Σπάρτακου". Η Λαμπρινή, σε αντίθεση με το σύζυγό της τον Ανέστη (σημ. πρόκειται για τους γονείς του Νεόφυτου, κεντρικού ήρωα στο αφήγημα) συμμετέχει ενεργά στα γεγονότα:

      Τις πολιτικές δραστηριότητές της η Λαμπρινή τις κρατούσε κρυφές από τον άντρα της. Κι ο δόλιος ο Ανέστης σάστισε όταν, στην εξέγερση των σηροτρόφων στα '36, την είδε ανεβασμένη πάνω στο καμπαναριό να καλεί το στρατό, που ήρτε να επιβάλει την τάξη, να μη χτυπήσει το λαό, να αδερφωθεί μαζί του! Και να ΄χουν στρίψει κάμποσοι νταήδες τις μπούκες των τουφεκιών τους καταπάνω της... Και κείνη να στέκει αγέρωχη και αποφασισμένη για όλα και ν' ανεμίζει το λόγο της σαν παντιέρα! Βρε, Λαμπρινή! Βρε, μάτια μου, εσύ ΄σουν μάνα, γυναίκα του χωριού, δεν ήσουν καπετάνισσα της Γκίμπρενας!
"Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 73

Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Μεταξεργάτριες θυμούνται... (3)


Η κυρία Ευτυχία Παπαμαυρουδή δούλεψε στο ίδιο εργοστάσιο (μεταξουργεία Τζίβρε)μεταπολεμικά. Μας μεταφέρει με το λόγο της τις συνθήκες δουλειάς εκεί αλλά και γενικότερα το κλίμα εκείνης της εποχής.

  Εγώ δούλεψα μόνο δύο χρόνια εκεί κι αυτά όχι «κανονικά». Ήμουν τότε 14 χρονών. Με έβαλαν δέστρα, έδενα τις κλωστές άμα κοβόταν καμία. Είχε τόση ζέστη εκεί μέσα! Θυμάμαι την πρώτη μέρα που πήγα, λάδωσε το πρόσωπό μου, ίδρωσα ολόκληρη! Άσχημες συνθήκες αλλά και οι δουλειές δυσεύρετες. Όπως σας είπα δούλεψα μόνο δύο χρόνια κι εκείνα … με έπαιρναν με έδιωχναν, γιατί ό πατέρας μου ήταν «πάνω» (εννοεί "αντάρτης στο βουνό") κι έτσι δεν είχα «καθαρά» μητρώα, δεν είχα το απαραίτητο χαρτί κοινωνικών φρονημάτων. Ούτε που με άφησε ο αδερφός μου να πάω στην αστυνομία να το πάρω, γιατί ξέραμε πώς «μεταχειρίζονταν» οι αστυνόμοι τις κοπέλες που πήγαιναν γι΄ αυτό το λόγο στο τμήμα και ούτε που τους έδιναν και το χαρτί, αν ήταν σαν κι εμένα (με συγγενείς "απάνω").
 Κάποιος Τσιακίρης, που ήταν υπάλληλος εκεί στο γραφείο, μας είπε να πάμε στην αστυνομία να βγάλουμε αυτό το περίφημο χαρτί. Εγώ πήγα την άλλη μέρα χωρίς το χαρτί κοινωνικών φρονημάτων και … πώς είναι η αράδα από δω μέχρι εκεί, με πιάνει από το μανίκι και να με τραβάει πέρα – πέρα και εγώ να κλαίω - μια στάλα ήμουν 13 – 14 χρονών - να κλαίω που με πρόσβαλε έτσι μπροστά σε τόσο κόσμο, που με έδιωχνε και με τραβούσε έτσι…. Δύσκολα χρόνια...

Η κυρά Ευτυχία συγκινημένη δεν μπορεί να συνεχίσει άλλο, αλλά εμείς πήραμε ήδη μια «γεύση» από κείνα τα χρόνια, όχι μόνο από τις δύσκολες συνθήκες δουλειάς στα μεταξουργεία, αλλά και από τη δυσκολία επιβίωσης μετά από τον εμφύλιο στη χώρα μας. 
Πατσιά Μαρία